νεμεσάσαι

νεμεσάσαι
νεμεσά̱σᾱͅ , νεμεσάω
feel just resentment
pres part act fem dat sg (doric)
νεμεσά̱σαῑ , νεμεσάω
feel just resentment
aor opt act 3rd sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κραναός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αττικής, διάδοχος του Κέκροπα. Σύζυγός του ήταν η Πεδιάς με την οποία απέκτησε την Κρανάη, την Κραναίχμη και την Ατθίδα. Προς τιμήν της τελευταίας, μετά τον θάνατό της, ονόμασε τη χώρα του Ατθίδα ή Αττική. Σύμφωνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”